Μάρα
Καρπούζα, Νίκος Κόκκος, Σταυρούλα Κουρεμένου, Στέλιος Καρκάνας, Βάσω
Αλεξανδρίδη, Χρήστος Αυξωνίδης, Άρτεμις Καλοβέρου, Θέμης Θεοχαρίδης
Οι επτά φίλοι
περπατούσανε στη γειτονιά. Κατέβηκαν στο δάσος Σέιχ Σου εκεί που έχει τη γέφυρα
και το ρυάκι. Εκεί είδαν κάτι παιδιά. Αυτά τα παιδιά φαίνονταν να πήγαιναν γυμνάσιο.
Τότε ένα απ' τα γυμνασιάκια φώναξε: «Γειά σας μόμολα». Οι επτά φίλοι θύμωσαν πολύ
ενώ ο Μπάστερ γάβγιζε. Τα γυμνασιάκια χωρίς να φοβηθούν τον Μπάστερ είπανε: «Εεεε
μόμολα σας έχουμε μια πρόκληση...
Με το ιδιωτικό πλοίο του πατέρα μου θα σας πάμε στα νησιά Κοντιάκ. Θα σας αφήσουμε εκεί μια μέρα και μετά θα γυρίσουμε να σας πάρουμε ή αλλιώς θα σας χτυπήσουμε. Ο Θέμης επειδή δεν τους εμπιστευόταν πήρε και μια κάμερα μαζί του για να είναι σίγουρος. Η Σταυρούλα πήρε μαζί της ένα χάρτη. Η Άρτεμις πήρε ένα σουγιά μαζι της. Ο Νίκος πήρε ένα μικρό φαρμακείο μαζί του. Η Βάσω πήρε ένα βιβλίο που έλεγε: «πώς να κατασκευάσετε ένα δεντρόσπιτο» και τέλος η Μάρα πήρε μαζί της όλα τα απαραίτητα εργαλεία για την δεντρόσπιτο. Ο Νίκος μαζί του εκτός από το μικρό φαρμακείο που πήρε και κιάλια.
Με το ιδιωτικό πλοίο του πατέρα μου θα σας πάμε στα νησιά Κοντιάκ. Θα σας αφήσουμε εκεί μια μέρα και μετά θα γυρίσουμε να σας πάρουμε ή αλλιώς θα σας χτυπήσουμε. Ο Θέμης επειδή δεν τους εμπιστευόταν πήρε και μια κάμερα μαζί του για να είναι σίγουρος. Η Σταυρούλα πήρε μαζί της ένα χάρτη. Η Άρτεμις πήρε ένα σουγιά μαζι της. Ο Νίκος πήρε ένα μικρό φαρμακείο μαζί του. Η Βάσω πήρε ένα βιβλίο που έλεγε: «πώς να κατασκευάσετε ένα δεντρόσπιτο» και τέλος η Μάρα πήρε μαζί της όλα τα απαραίτητα εργαλεία για την δεντρόσπιτο. Ο Νίκος μαζί του εκτός από το μικρό φαρμακείο που πήρε και κιάλια.
Όταν φτάσανε στα νησιά
Κοντιάκ είχε βραδιάσει. Οι μεγάλοι τους
έδωσαν μία ξύλινη βάρκα και τους φώναξαν: «Οι μικροί προηγούνται». Οι επτά φίλοι φώναξαν: «Οι μεγάλοι προηγούνται». Τότε χωρίς να δώσουν σημασία στα λόγια των επτά
φίλων με μία δυνατή σπρωξιά τους πέταξαν κάτω στην άμμο. Εκεί είδαν τους μεγάλους να φεύγουν και να
τους αφήνουν πίσω. Εκείνη τη στιγμή είδαν έναν άνθρωπο. Δεν μπορούσαν να ξεκαθαρίσουν το πρόσωπό του, οπότε δεν μπορούσανε να καταλάβουν και τo φύλλο του, το μόνο
πράγμα που καταλάβαιναν ήταν ότι υπήρχε ένας άνθρωπος μέσα στην θάλασσα. Έτρεξαν. Ξάφνου άρχισε να τρέχει προς το μέρος τους. Εκείνη
τη στιγμή έχασαν τις αισθήσεις. Μετά από
κάποιο διάστημα ξύπνησαν. Έτσι ξαφνιασμένοι που ήταν αποφάσισαν να φτιάξουν το
δεντρόσπιτο για να είναι ασφαλής και μετά να συζητήσουν για αυτό που είδαν την
προηγούμενη ημέρα. Η συζήτηση δεν ήταν πολύ μεγάλη αλλά η πείνα ναι. Οπότε η
Σταυρούλα κατασκεύασε ένα καλάμι ψαρέματος. Όταν η Σταυρούλα έφερε τα ψάρια που
ψάρεψε ο Νίκος άναψε μια φωτιά και τα μαγείρεψε. Ήταν πεντανόστιμα!
Οι επτά φίλοι περίμεναν πώς
και πώς να έρθουν να τους πάρουν. Η ώρα περνούσε και έφτασε το βράδυ. Τελικά
δεν ήρθαν να τους πάρουν. Ο Θέμης μαζί με τον Στέλιο έκαναν βάρδια, τότε
άκουσαν ένα κλάμα μωρού. Ο Θέμης τρομαγμένος ρώτησε τον Στέλιο αν άκουσε αυτό
που άκουσε και αυτός. Ο Στέλιος έγνεψε καταφατικά μιας που δεν μπορούσε να
μιλήσει από τον τρόμο του. Ο Θέμης αποφάσισε να προχωρήσει πιο βαθιά στη ζούγκλα.
Τότε άκουσε μία φωνή, μία μαλακή φωνή που έλεγε: «Τι ωραίο είναι να ακούς τη
φωνή ενός μωρού αλλά τι τρομαχτικό είναι να ακούς τη φωνή του μωρού που δεν
υπάρχει». Ο Θέμης έκανε ζουμ τη κάμερα και είδε ένα κεφάλι. Τότε άρχισε να
τρέχει προς τα πίσω προς τα πίσω και άρχισε να φωνάζει: «Σηκωθείτε όλοι». Σε
λίγα λεπτά ήτανε όλοι στο πόδι. Ξάφνου ακούστηκαν σταγόνες να πέφτουν κάτω. Η
Βάσω ήταν η τελευταία που μπήκε μες στη ζούγκλα σε σχέση με τους άλλους και για
μια στιγμή είδε την παραλία να χάνετε. Ο Θέμης κοίταξε μέσα απ΄ τη κάμερα και
πάνω από τους φοίνικες κρεμόντουσαν κεφάλια. Μόνο μέσα από την κάμερα μπορούσες
να τα δεις. Η Μάρα παρατήρησε ότι έβρεχε μιας που μία σταγόνα έπεσε πάνω της. Ξάφνου
ο Θέμης είδε κρανία που είχα φτερά επάνω τους και κατάλαβε ότι ήταν κρανία
ινδιάνων. Oι
επτά φίλοι κατάλαβαν οτι δεν ήταν μόνοι τους, αλλά δεν ήξεραν ποιοι τους
περίμεναν.
Σε λίγο φώτα φάνηκαν και
πίσω του στη θάλασσα, είδαν ένα πλοίο. Μόλις ανέβηκαν πάνω είδαν ένα στρουμπουλό
κύριο να τους δίνει ένα κύπελλο. Αυτοί αναρωτήθηκαν τι είχαν κάνει και κέρδισαν ένα κύπελλο. Ο κύριος τους εξήγησε ότι
επέζησαν σε ένα νησί με κανίβαλους και ότι
τους άξιζε. Τότε κατάλαβαν ποιος ήταν εκείνος ο τύπος που έτρεχε. Ήταν κανίβαλος
που προσπαθούσε να τους κάνει να χάσουν τις αισθήσεις τους για να τους φάει. Γι'
αυτό εξηγούνται και τα κεφάλια. Τότε χαρήκανε και σήκωσαν το κύπελλο της επιβίωσης
και με το video
του Θέμη είχαν αναμνήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου